
"Πώς τα πάει ο Γ..., είναι καλύτερα;"
"Καλημέρα, τι κάνεις, άρχισα να βλέπω το madmen. Μα πώς φέρονται έτσι στις γυναίκες; Πάντως άψογα τα φορέματά τους"
"Γεια, καιρό να τα πούμε. Θέλετε να κανονίσουμε κάτι το σαββατοκυρίακο;"
"Σκουλουκούιν μου πώς είσαι; Πριν μερικές μέρες πήρα το cd που μου έστειλες, έκανες πολλή δουλειά που θα με βοηθήσει. Ευχαριστώ"
"Σκουλουκούιν μου, please στείλε μου το τηλέφωνο του ... Θα σε πάρω μετά." (κατακρίβεια δε με πήρε)
"Χρόνια πολλά για τη γιορτούλα σου... πάντα υγεία και χαρές."
Μπιπ..., παίρνω το κινητό στα χέρια μου, πατώ το "open" και διαβάζω: "Κόρη, την τετάρτη πάμε για φαϊ;". Μια φίλη μου που αγαπώ, τη γνώρισα πριν τέσσερα χρόνια, πάντα περνούμε ωραία, χαχανίζουμε, κακαρίζουμε κτλ. Προσπαθώ να υπολογίσω τα πράγματα που έχω και σκέφτομαι τι να γράψω. Την ίδια στιγμή όμως συνειδητοποιώ ότι νιώθω μια απογοήτευση που δεν έχει σχέση με το αν θα καταφέρω τελικά να τη συναντήσω την Τετάρτη. Έχει καιρό να τα πούμε, αν με έπαιρνε τουλάχιστον τηλέφωνο, να ακούσω τη φωνή της... να με αποκαλέσει "φρενοκομείο" κι εγώ "μπέιμπυ" όπως το έχουμε καθιερώσει τελευταίως.
Τι συμβαίνει τελικά με αυτά τα σσου μμου σσου. Οκ, μας γλιτώνουν χρόνο, είναι άμεσα, αποφεύγουμε να ενοχλήσουμε τον άλλο όταν θα τον πετυχαίναμε σε κάπως ακατάλληλη φάση... μήπως όμως χάνουμε κάτι...;
Δεν είμαι οπαδός των τηλεφωνημάτων μακράς διαρκείας και σίγουρα δεν έχω χρόνο για τέτοια, θα ήθελα όμως πέντε λεπτά έστω τρία ή τέσσερα. Να ακούσω τη χροιά και τον τόνο της φωνής της φίλης που μου στέλλει το μήνυμα, να φανταστώ την έκφραση του προσώπου της και των ματιών της, να μπούμε έτσι αυθόρμητα σε άλλα θέματα που μας απασχολούν, να πούμε ένα αστείο, ένα πείραγμα, να νιώσουμε πιο κοντά. Ένα μικρό τηλεφώνημα, έστω την ώρα που περπατά προς το πάρκινγκ του αυτοκινήτου φεύγοντας από τη δουλειά, την ώρα που περιμένει σε κάποιο ραντεβού, καθώς βγάζει τα πιάτα ή τα ρούχα από το πλυντήριο.
Πάντως θα το παραδεχτώ. Υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι: "να πάρω τηλέφωνο ή να στείλω μήνυμα;" Και επιλέγω το δεύτερο, γιατί δεν έχω αρκετό χρόνο για το πρώτο. ΄Η γιατί δεν ξέρω αν θα ενοχλήσω με το τηλεφώνημα, αν είμαι σε διάθεση να μιλήσω, αν θα έχουν όρεξη και χρόνο να μου μιλήσουν. Κάτι τελοσπάντων με κάνει να μη νιώθω άνετα. Μα, με τους φίλους μου;
Παλιά όταν ήταν τα γενέθλια ή η γιορτή μου (της Αγία Σκουλούκας εννοώ), περνούσα ένα μεγάλο μέρος της μέρας μου απαντώντας τηλεφωνήματα φίλων. Τώρα οι περισσότεροι μου στέλλουν μηνύματα. Χαίρομαι που με θυμούνται, θέλω όμως να τους ακούσω, να νιώσω αυτό το παραπάνω που μου προσφέρει το άκουσμα της φωνής τους έστω και από κάποια απόσταση, ακόμα κι αν έχει να περάσει από μια συσκευή και ένα καλώδιο.
Μαθαίνουμε λοιπόν νέα, κανονίζουμε εξόδους, εκφράζουμε συναισθήματα, λέμε ανέκδοτα, ανταλλάζουμε ευχές, όλα μέσα από μηνύματα στο κινητό. Μέχρι 160 πάει η χρέωση, αν έχεις παραπάνω χρεώνεσαι διπλά. Μήπως τελικά ζούμε τη ζωή μας σε μηνύματα των 160 χαρακτήρων;
Υ.Γ. Στο λύκειο είχα επιλέξει το τελείως άχαρο μάθημα της δακτυλογραφίας. Πώς μου ήρθε; Άλλη πονεμένη ιστορία. Το θετικό της υπόθεσης είναι ότι έμαθα να γράφω γρήγορα στον υπολογιστή χωρίς να χρειάζεται να κοιτάζω το πληκτρολόγιο. Προχθές διαπίστωσα ότι σχεδόν έμαθα να γράφω μυνήματα στο κινητό, με τον ίδιο τυφλό τρόπο. Το δάχτυλό μου πάει αυτόματα στο συγκεκριμένο κουμπάκι του κινητού και ξέρει ακριβώς πόσες φορές να το πατήσει.